Στην δημοσιοποίηση μιας τεράστιας διαρροής δεδομένων από την ελβετική τράπεζα Credit Suisse, προχώρησαν συντονισμένα μια σειρά από διεθνή ΜΜΕ και το Δίκτυο Ερευνας Διαφθοράς και Οργανωμένου Εγκλήματος (OCCRP), αποκαλύπτοντας τον κρυμμένο πλούτο πελατών της τράπεζας που εμπλέκονται σε βασανιστήρια, διακίνηση ναρκωτικών, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, διαφθορά και σε άλλα σοβαρά εγκλήματα.
Ο τεράστιος θησαυρός των τραπεζικών δεδομένων διέρρευσε από ανώνυμο πληροφοριοδότη, στην γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung.
Περιλαμβάνει λεπτομέρειες από 18.000 λογαριασμούς που συνδέονται με 30.000 πελάτες της Credit Suisse σε όλο τον κόσμο, με τον αθροιστικό πλούτο τους να ξεπερνά τα 100 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα.
Η διαρροή έρχεται να αναδείξει τις διαρκείς και εκτεταμένες αποτυχίες της Credit Suisse, να αντιμετωπίσει το ξέπλυμα εκ μέρους αμφίβολων πελατών της και να σταματήσει τη ροή παράνομων κεφαλαίων.
Οπως αποδεικνύεται, επανειλημμένως η Credit Suisse είτε άνοιξε είτε διατηρούσε τραπεζικούς λογαριασμούς, για σειρά πελατών υψηλού κινδύνου σε όλο τον κόσμο.
Στους εγκληματίες που ξέπλυναν χρήματα μέσω της ελβετικής τράπεζας περιλαμβάνονται ένας εμπλεκόμενος σε εμπόριο ανθρώπων από τις Φιλιππίνες, ένα αφεντικό του χρηματιστηρίου του Χονγκ Κονγκ που φυλακίστηκε για δωροδοκία, ένας δισεκατομμυριούχος που διέταξε τη δολοφονία της φίλης του μιας Λιβανέζας ποπ σταρ, στελέχη που λεηλάτησαν την κρατική εταιρεία πετρελαίου της Βενεζουέλας, καθώς και διεφθαρμένοι πολιτικοί, από την Αίγυπτο μέχρι την Ουκρανία.
Είναι ενδεικτικό, πως από τα στοιχεία προκύπτει ότι ένας λογαριασμός ιδιοκτησίας του Βατικανού χρησιμοποιήθηκε για να δαπανηθούν 350 εκατομμύρια ευρώ σε μια αμφιλεγόμενη επένδυση σε ακίνητα στο Λονδίνο, που σήμερα βρίσκεται στο επίκεντρο μιας συνεχιζόμενης ποινικής δίκης.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα, η Credit Suisse δήλωσε ότι οι αυστηροί νόμοι περί τραπεζικού απορρήτου της Ελβετίας την εμποδίζουν να σχολιάσει υποθέσεις που σχετίζονται με μεμονωμένους πελάτες.
«Η Credit Suisse απορρίπτει σθεναρά τους ισχυρισμούς και τα συμπεράσματα σχετικά με τις υποτιθέμενες επιχειρηματικές πρακτικές της τράπεζας», ανέφερε σε ανακοίνωση σχετικά με το ζήτημα αυτό, υποστηρίζοντας ότι τα θέματα που αποκαλύφθηκαν από τους δημοσιογράφους, βασίζονται σε «επιλεκτικές πληροφορίες».
Η τράπεζα ανέφερε επίσης ότι σε ορισμένες περιπτώσεις κάποιες υποθέσεις χρονολογούνται σε εποχές που «οι νόμοι, οι πρακτικές και οι προσδοκίες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ήταν πολύ διαφορετικές από εκεί που βρίσκονται σήμερα»…